Άλλες σελίδες
Πανηγυράκι | Πάσχα | Δημοτικά τραγούδια | Οι Καιροί | Οι Βρύσες | |
Τα κάλαντα
- Τάειπαν άλλοι, αρέ... Άι, πέστι τα.
- Καλήν ημέ-ε-έραν άρχονcες α-α-αν ει-ει αν είναι ορισμό-ος σας, Χριστού τη θεί-ει-είαν γέννησι-ιν να-α-α ειπώ να ειπώ σι' αρχοντικό-ο σας... Κι απού χρόν'...
- Φκαριστώ, φκαριστώ, νάειστ' καλά... Τίνους είσαστ', αρέ;
Γι'.αυτήν την ημέρα, Παραμονή Χριστούγεννα, είχε γεμίσει τις τσέπες του σάκκου της, η γριά-Κοντύλω, με μύγδαλα. Έβαλε λοιπόν το χέρι στην τσέπη, πήρε ένα πλόχερο και φίλεψε τα παιδιά. Κι εκείνα, βιαστικά, σήκωσαν τις κατσούλες απ' τα ταλαγάνια τους και με κατακόκκινες τις μύτες απ' το φιο που θέριζε, αλλά και με ξαναμμένα τα μάγουλα και σπίθες στα μάτια, κίνησαν να χτυπήσουν άλλη πόρτα, να τα πούνε. Κι αυτό συνεχίστηκε μέχρι το μεσημέρι, από αχάραγα σχεδόν που είχαν κινήσει... οπότε σταμάτησαν, γιατί η απάντηση ερχόταν τώρα στερεότυπη απ' όλα τα σπίτια: «Τα είπαν άλλοι ».
Τράβηξαν κι οι τρεις τους απάνω, απ' την Κονομόβρυση για τον Αη-Γιώργη, πήγαν στη γωνία που κάνει το καμπαναριό της μεγάλης καμπάνας, γιατί εκεί απαγκιάζει όσο νάναι, κι άδειασαν στο παράσταθο της πορτούλας τις τσέπες τους. Κάναν ζευγάρια τα μύγδαλα και τα καρύδια, μέτρησαν και τα λεφτά και τα μοίρασαν στα τρία. Χώρισαν, αφού συμφώνησαν να σμίξουν πάλι την ίδια ώρα, να τα πούνε πάλι, την Παραμονή της Πρωτοχρονιάς
Αυτά πριν από χρόνια...
Αλλά και σήμερα, το ίδιο γίνεται. Τα λένε όμως αγόρια και κορίτσια - τότε, βλέπετε, ήταν προνόμιο μόνο των αγοριών - αλλά με άλλη μελωδία, τη γνωστή πανελλήνια. Τότε τα λέγαμε αλλιώς, όπως στην αρχή προσπάθησα να σας τα «τραγουδήσω
». Και πάνε και στην αγορά τώρα, στο καταστήματα, πάνε και το απόγευμα και το βράδυ, τα λένε και με τη φιλαρμονική... Και κανένας δεν τους λέει "Μας τα 'παν άλλοι"...Πάνε όμως τα ταλαγάνια, πάνε τα μύγδαλα και τα καρύδια. Μόνο χρήματα δέχεται το κουτάκι που προπορεύεται. Εκείνο όμως που δεν άλλαξε είναι τα ξαναμμένα πρόσωπα, τα σπιθοβόλα μάτια κι οι ασυγχρόνιστες παιδικές φωνές Κι αυτά, μου φαίνεται, πως ποτέ δε θ' αλλάξουν.
Τι τα θέλετε, κάθε που φτάνει τέτοια μέρα, μου 'ρχεται να ενωθώ κι εγώ με το τσούρμο των παιδιών, να τα πω κι εγώ μαζί τους Κι αν δεν το αποτολμώ στα φανερά, το κάνω όμως νοερά, χωρίς κανένας να το νιώθει, κινώντας κι εγώ από κοντά τους. Ξέρετε, μόνο έτσι αισθάνομαι πως κάποια άλλη μέρα, διαφορετική απ' τις άλλες ξημερώνει...
Λοιπόν,
«καλήν ημέραν, άρχοντες»...Και του χρόνου!
..ΛΙΑΚΟΥΡΑΣ
* Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό" Αράχωβα Παρνασσού" Χειμώνας 1988-89.